Πένθος. Δύσκολη συναισθηματική κατάσταση που τα έχει όλα. Θλίψη, πόνο, στεναχώρια, κάποιες φορές ντροπή και ενοχές, άρνηση… Πώς να τα διαχειριστείς όλα αυτά; Αρνητικά συναισθήματα που το ένα διαδέχεται το άλλο. Συχνά μπλέκονται μεταξύ τους και δεν μπορείς να τα ξεχωρίσεις. Άλλες φορές μπλέκονται με το παρόν και δεν ξέρεις αν αισθάνεσαι όπως αισθάνεσαι γι’ αυτό που συνέβη τώρα, ή επειδή το πένθος έχει κάνει κατάληψη μέσα σου.
Δεν χρειάζεται να βιώνεις πένθος για να βιώσεις αρνητικά συναισθήματα, όμως.
Έχουμε συνηθίσει να τα αποκαλούμε «αρνητικά», εν τω μεταξύ, και αυτό σηκώνει συζήτηση. Ο ίδιος ο διαχωρισμός ανάμεσα σε θετικά και αρνητικά συναισθήματα πολλές φορές δυναμώνει την προκατάληψή μας απέναντί τους – τα δαιμονοποιεί.
Γιατί να θέλεις να νιώσεις αρνητικά και άσχημα συναισθήματα;
Πριν από κάποια χρόνια έφυγε από τη ζωή η γιαγιά μου. Ήταν η αγαπημένη μου γιαγιά Φύλλη. Της είχα μεγάλη αδυναμία.
Θυμάμαι την ημέρα της κηδείας της σαν χθες. Ήμουν και δεν ήμουν εκεί. Περιφερόμουν στο σπίτι σαν ζόμπι. Ήταν σαν να είχα βγει από το σώμα μου και να παρατηρούσα τα γεγονότα γύρω μου – μου ήταν αδύνατον να κλάψω.
Κόσμος έμπαινε και έβγαινε, άνθρωποι δικοί μου έκλαιγαν, μοιρολογούσαν – ένιωθα τεράστια δυσφορία.
Έπειτα άρχισε να χτυπά η καμπάνα.
Κρύφτηκα σε μια γωνιά και άρχισα να κλαίω με λυγμούς.
Ένιωθα άσχημα που έκλαιγα μπροστά σε άλλους. Ντρεπόμουν γι’ αυτό. Φοβόμουν ότι κάποιος θα ερχόταν και θα μου έλεγε ότι «Εντάξει, πώς κάνεις έτσι;» ή εκείνο το απλό αλλά εξαιρετικά τοξικό «Μην κλαις.»
Ήταν όμως ημέρα κηδείας. Είχαμε όλοι την άδεια να κλαίμε και να λυπόμαστε.
Συνέχισα να κλαίω σε όλη τη διαδρομή από το σπίτι στην εκκλησία και από την εκκλησία στο νεκροταφείο. Κορύφωση η στιγμή που η γιαγιά μου βρέθηκε 2 μέτρα κάτω από τη γη.
Είναι μακάβριες όλες αυτές οι στιγμές. Μακάβριες και συμβολικές. Συμβολίζουν το τέλος, το πέρασμα, την ολοκλήρωση. Μας βοηθούν να συνειδητοποιήσουμε ότι τα πράγματα έχουν πια αλλάξει. Οριστικά. Ότι δεν υπάρχει γυρισμός.
Χώμα άρχισε να σκεπάζει τη γιαγιά μου. Λίγο από αυτό το έριξα εγώ – όπως κάνουμε πάντα στις κηδείες. Σαν να προσπαθούμε να ξεφορτωθούμε ρίχνοντάς το και λίγα από τα αρνητικά συναισθήματα που νιώθουμε.
Μόνο που αυτό δεν γίνεται. Το μόνο που καταφέρνουμε είναι να τα θάψουμε κάπου μέσα μας. Τουλάχιστον αυτό είναι που έκανα εγώ. Για χρόνια.
Όσα νόμιζα για τα αρνητικά συναισθήματα
Η γιαγιά μου μού είχε μάθει πολλά χρήσιμα πράγματα. Και κάποια που δεν ήταν καθόλου χρήσιμα ή ωφέλιμα. Το σημαντικότερο: να κρύβω τα συναισθήματά μου.
Ανήκε σε μια γενιά που η ζωή ήταν δύσκολη. Το να έχεις εκείνη την εποχή βαθιά συναισθήματα και να τα εκφράζεις ήταν πολυτέλεια. Έως και επικίνδυνο. Γεννηθείσα το 1937, μοναδική κόρη μιας οικογένειας με πολλά αγόρια. Οικογένεια που ήρθε από το Καρς της Μικρασίας κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή.
Έζησε φτώχεια, πόλεμο, εμφύλιο, μεταπολεμική Ελλάδα, χούντα… Παντρεύτηκε επειδή έπρεπε, γέννησε πολλά παιδιά που πέθαναν πριν προλάβουν να ζήσουν.
Μια βασανισμένη γυναίκα που μεγάλωσε σε μια βασανισμένη εποχή μέσα σε μια βασανισμένη κοινωνία. Τα αρνητικά συναισθήματα ήταν η κανονικότητά της. Και είχε πληγωθεί. Πολύ. Χωρίς να έχει διέξοδο ή επιλογές.
Το να μάθει να καταπιέζει και να κρύβει όσα ένιωθε ήταν η μόνη επιλογή για να επιβιώσει.
Αγαπούσε πολύ τα παιδιά. Τα παιδιά της, τα εγγόνια της, τα παιδιά των άλλων. Ίσως επειδή είχε χάσει πολλά δικά της. Αυτή η αγάπη ήταν η μόνη περίπτωση που επέτρεπε στον εαυτό της να εκφράσει αυτά που πραγματικά ένιωθε. Και ένιωθε πολλά.
Δεν φταίει η γιαγιά μου που μου έμαθε να κρύβω τα συναισθήματά μου. Αυτό ήταν το μόνο που ήξερε να κάνει για να προστατευτεί από έναν πολύ σκληρό κόσμο. Θυμάμαι να μου λέει να «μη λέω σε ξένους τα μυστικά μου» γιατί «ο κόσμος είναι κακός». Για εκείνη αυτή ήταν η αλήθεια.
Η γιαγιά μου είναι ένα μόνο παράδειγμα ανάμεσα σε πολλές ακόμα γιαγιάδες και μητέρες που έζησαν (ή ζουν) μια δύσκολη ζωή. Τα αρνητικά συναισθήματα ήταν κάτι που δεν μπορούσαν να διαχειριστούν.
Σκέψου να αφεθείς στο σκοτάδι τους δίχως να έχεις τρόπο διαφυγής. Γιατί να θέλεις να το κάνεις αυτό;
Η γιαγιά μου μας μεγάλωσε όλους. Εμένα, εσένα, όλους μας. Οι γενιές αυτές μας κληροδότησαν τραύματα που δεν έχουμε καταφέρει ακόμη να διαχειριστούμε. Μάθαμε να καταπιέζουμε τα συναισθήματά μας, να μην εκφραζόμαστε, να κρύβουμε τον πόνο, να κλαίμε πίσω από κλειστές πόρτες.
Μάθαμε να αποσυνδεόμαστε από τη ζωή.
Θυμάμαι τον εαυτό μου από παιδί ως παρατηρητή. Έβλεπα τη ζωή να συμβαίνει, αλλά δεν συμμετείχα. Ήμουν εκεί και δεν ήμουν.
Αυτή η αποσύνδεση μού κόστισε ακριβά. Έμεινα σε σχέσεις και δουλειές παραπάνω απ’ όσο έπρεπε. Δεν ήξερα πώς να θέτω όρια. Ήμουν πάντα το καλό παιδί.
Η πιο τραυματική περίοδος της ζωής μου ήταν το 2009 – 2012. Με μια προϊσταμένη που ήταν λες και είχε βάλει σκοπό της ζωής της να με κάνει να υποφέρω. Σε μια σχέση εξαιρετικά τοξική, με έναν αδύναμο και ανώριμο σύντροφο. Πιο αποσυνδεδεμένη και μόνη από ποτέ. Αφού δεν είχα άλλη διαφυγή.
Τουλάχιστον έτσι νόμιζα.
Το πρόβλημα;
Το γεγονός ότι δεν αποδεχόμουν τα αρνητικά συναισθήματα που ένιωθα. Τα καταπίεζα, τα έκρυβα, δεν τα επικοινωνούσα. Αφού ο κόσμος είναι κακός και δεν μπορούσε κανείς να με καταλάβει. Αφού μάλλον κάτι έκανα για να μου αξίζει αυτή η ζωή. Αφού ήταν δική μου επιλογή να είμαι εκεί.
Η αξία του να συνδέεσαι με τα αρνητικά συναισθήματα
Τα συναισθήματα δεν είναι αρνητικά ή θετικά. Απλά είναι. Άλλοτε δυσάρεστα και άλλοτε ευχάριστα, ναι, αλλά ποτέ αρνητικά ή θετικά.
Αυτοί οι χαρακτηρισμοί είναι ίσως το πρώτο που χρειάστηκε να αλλάξω για να αρχίσω να αλλάζω τη σχέση μου μαζί τους. Δεν είναι εύκολο να αρχίσεις να συνδέεσαι με το πώς αισθάνεσαι όταν έχεις περάσει δεκαετίες κάνοντας το αντίθετο.
Και τι σημαίνει συνδέομαι με τα συναισθήματά μου;
Θα το εξηγήσω σαν να πρόκειται για κάποια δεξιότητα που καλείσαι να καλλιεργήσεις.
Σημαίνει πρώτα απ’ όλα ότι θέλω και είμαι σε θέση να τα αναγνωρίσω. Ιδανικά, σε πραγματικό χρόνο, αλλά και ετεροχρονισμένα – όπως συμβαίνει στην αρχή ειδικά που ξεκινάς να τα παρατηρείς. Και για να μπορέσεις να τα αναγνωρίσεις χρειάζεται πρώτα απ’ όλα να έχεις το ανάλογο λεξιλόγιο για να τα περιγράψεις.
Πόσες και πόσοι από εμάς δεν μπορούν να ξεχωρίσουν την οργή από τον θυμό και τη θλίψη από την απογοήτευση;
Ήμουν μία από αυτούς. Ήταν όλα συγκεχυμένα. Χρειάστηκε πολλή δουλειά με τον εαυτό μου για να αρχίσω να αναγνωρίζω τί είναι τί.
Το journaling με βοήθησε πολύ σε αυτό. Επειδή κάνει την αυτοπαρατήρηση και την κατανόηση του εαυτού χειροπιαστή.
Δεν αρκεί όμως να αναγνωρίζεις τα συναισθήματα, αν δεν επιτρέπεις στον εαυτό σου να τα νιώσει. Υπάρχει μια παλιά Ζεν παροιμία που λέει ότι «το πιο μακρύ ταξίδι είναι 35 εκατοστά: από το μυαλό στην καρδιά».
Αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια. Ήμουν από εκείνους τους ανθρώπους που μπορούσαν να σου περιγράψουν θεωρητικά πώς νιώθουν και να το αιτιολογήσουν με επιχειρήματα. Εκείνο που έλειπε ήταν το συναίσθημα – η σύνδεση με το σώμα.
Μόνο που αυτή η σύνδεση είναι το πιο σημαντικό.
Τα συναισθήματα, είτε ευχάριστα είτε δυσάρεστα, πρέπει να τα νιώθουμε, να τα βιώνουμε, να είμαστε σε θέση να τα εκτονώσουμε. Όταν μένουν στο θεωρητικό επίπεδο των σκέψεων – όσο κι αν νομίζουμε ότι έχουμε αυτεπίγνωση και ισορροπία – στην πραγματικότητα δεν ξέρουμε την τύφλα μας.
Το καημένο το σώμα κάνει ό,τι μπορεί για να αντεπεξέλθει στο να μας βοηθήσει να επιβιώσουμε και αποθηκεύει, αποθηκεύει, αποθηκεύει…
Καταπιέζεται δηλαδή και κατακρατά συναισθήματα που δεν μπορούμε να μεταβολίσουμε.
Η γιαγιά μου είχε χρόνια κατάθλιψη.
Δεν το κατάλαβε κανείς μας.
Σκέψου να έχεις ζήσει μια ζωή που δεν ήθελες επειδή έτσι έπρεπε. Να έχεις γεννήσει παιδιά και να σου έχουν πεθάνει. Να μην έχεις – ως γυναίκα – επιλογές.
Σκέψου να μην έχεις διαχειριστεί όλη τη θλίψη, το πένθος, τη στεναχώρια, την απογοήτευση, τον θυμό σου. Θυμό που είχε με τα χρόνια μετατραπεί σε οργή.
Και αφού το να εκδηλώσεις αυτήν την οργή δεν αποτελούσε επιλογή, συνέχιζες να ζεις μαζί της και εκείνη να σιγοβράζει μέσα σου και να σε τρώει.
Τι γίνεται λοιπόν όταν δεν δίνεις στον εαυτό σου την άδεια να αισθανθεί και να βιώσει όλα σου τα συναισθήματα;
Μετατρέπονται σε κάτι άμορφο που καθορίζει τη ζωή σου από τα παρασκήνια. Για μένα ήταν διατροφικές διαταραχές. Για τη γιαγιά μου κατάθλιψη. Για σένα ίσως είναι κάτι άλλο.
Και τι σημαίνει βιώνω τα συναισθήματά μου;
Σημαίνει από τη μία ότι έχω μάθει να τα αναγνωρίζω και επιτρέπω στον εαυτό μου να τα νιώσει. Και σε ένα επόμενο επίπεδο, έχω μάθει να τα επικοινωνώ με υγιείς τρόπους.
Θα σου πω το πρόβλημα που είχα με τον θυμό:
Νόμιζα ότι το να είσαι θυμωμένος σήμαινε ότι ωρύεσαι, μαλώνεις, φωνάζεις, πετάς πράγματα… Ο θυμός όμως είναι ένα ευγενές και αυτο-προστατευτικό συναίσθημα. Είναι εκεί για να επισημάνει τι δεν πηγαίνει καλά.
Η οργή από την άλλη είναι ο θυμός που δεν εκφράστηκε ούτε εκτονώθηκε. Και μπορεί να εκδηλώνεται με φωνές και βία – λεκτική ή και φυσική.
Όταν ξεκινάς την ψυχο-εκπαίδευσή σου, καλείσαι να μάθεις ποιες είναι αυτές οι διαφορές και να σταματήσεις να φοβάσαι τα συναισθήματα. Και αυτό είναι πολύ τρομακτικό στην αρχή.
Όλα τα συναισθήματα είναι ΟΚ. Όλα τα συναισθήματα έχουν λόγο ύπαρξης. Όλα τα συναισθήματα αξίζουν την προσοχή σου.
Όταν δεν την έχουν, επαναστατούν. Ειδικά τα αρνητικά συναισθήματα – ή τουλάχιστον εκείνα που έχουμε μάθει να θεωρούμε αρνητικά επειδή είναι δυσάρεστα – έχουν την τάση να αποκτούν δική τους ζωή και να κάνουν κατάληψη στο σώμα.
Θα συγκλονιστείς αν διαβάσεις το βιβλίο του Gabor Maté για το πώς τα δυσάρεστα αυτά συναισθήματα συνδέονται με ασθένειες – συχνά θανατηφόρες. Εγώ συγκλονίστηκα. Ειδικά στο κεφάλαιο που αφορά τον καταπιεσμένο θυμό. Εκείνον που το άτομο δεν συνειδητοποιεί καν ότι τον έχει. Τον έχει, αλλά δεν τον νιώθει. Μπορεί μόνο να τον παρατηρήσει σε κάποια ξεσπάσματα οργής που δεν δικαιολογούνται από τα γεγονότα που τα προκάλεσαν.
Είχα μια φίλη που το ζούσε έτσι. Δεν είναι πια μαζί μας.
Θα μπορούσα να σου δώσω μια λίστα με τα «10 αρνητικά συναισθήματα», αλλά προτιμώ να σου δώσω κάτι που όντως θα σε βοηθήσει:
Ξεκίνα να γράφεις. Γράψε για όσα ζεις, ειδικά τις μέρες που ζορίζεσαι. Ξεκίνα να παρατηρείς πώς αισθάνεσαι.
Το πρώτο που μπορείς να ξεκινήσεις να κάνεις είναι να διερωτάσαι «Πώς νιώθω τώρα;», και να μην αποφεύγεις την απάντηση, όσο κι αν σε δυσκολεύει.
Το δεύτερο που μπορείς να κάνεις είναι να αρχίσεις να χρησιμοποιείς ως υπενθύμιση την πιο συνηθισμένη και τετριμμένη ερώτηση που όλοι έχουμε μάθει να ρωτάμε και να απαντάμε μηχανικά:
«Τι κάνεις;»
Πώς θα ήταν, αν από εδώ και πέρα άρχιζες, κάθε φορά που σου κάνουν αυτήν την ερώτηση, να κοιτάς προς τα μέσα – να τσεκάρεις πώς πραγματικά νιώθεις και να δίνεις μια ειλικρινή απάντηση;
Στον εαυτό σου πρώτα.
Δεν σου λέω να βγάλεις τα εσώψυχά σου στον απέναντι. Πίστεψέ με, όμως, είναι ευεργετικό το να αρχίσεις να απαντάς με ειλικρίνεια σε αυτήν την ερώτηση – τόσο για σένα όσο και για τους άλλους. Τους δίνεις κατά μία έννοια την άδεια να είναι και εκείνοι πιο αυθεντικοί μαζί σου. Και η σύνδεση που αυτό μπορεί να φέρει είναι αδιανόητη.
Αν αναρωτιέσαι ποια είναι τα συναισθήματα, έχεις δρόμο ακόμα. Ξεκίνα με το να παρατηρείς τον εαυτό σου. Ξεκίνα να γράφεις, κάνε journaling συστηματικά.
Άρχισε να χτίζεις μια γέφυρα επικοινωνίας με τα συναισθήματά σου.
Θα βοηθούσε και η ψυχοθεραπεία. Όσο κι αν νομίζεις ότι δεν τη χρειάζεσαι. Θα σε βοηθήσει να πας σε βάθος που δεν μπορείς να φτάσεις μόνος/η σου. Να αναγνωρίσεις πράγματα που δεν έχεις ιδέα ότι είναι εκεί.
Το πρώτο βήμα για να αρχίσουμε να αναγνωρίζουμε τα συναισθήματά μας είναι το να αρχίσουμε να χτίζουμε σχέση με το σώμα μας. Να μάθουμε να παρατηρούμε πότε νιώθουμε άβολα, πότε πεινάμε, πότε κρυώνουμε, πότε έχουμε αγωνία, πότε νιώθουμε άγχος.
Και αυτό, σε έναν κόσμο που ενισχύει με κάθε τρόπο το να είμαστε αποσυνδεδεμένοι με το μέσα μας, θα πάρει χρόνο και προσπάθεια. Το ερώτημα είναι:
Είσαι διατεθειμένη/ος να συνεχίσεις να ζεις μακριά από τα συναισθήματά σου;
Αν όχι, ξέρεις από πού να ξεκινήσεις.
Το δικό μου πένθος ήρθε ξανά στο προσκήνιο πρόσφατα, όταν αναγκάστηκα να αποχωριστώ τον σκύλο μου. Η Λίλα ήταν σημαντικό κομμάτι της ζωής μου επί 14 ολόκληρα χρόνια. Το σπίτι είναι άδειο χωρίς αυτήν.
Εκείνο που δεν περίμενα είναι ότι το πένθος για τη Λίλα θα ανέσυρε και όλο το πένθος που νόμιζα ότι είχα διαχειριστεί. Πένθος για τη γιαγιά μου. Πένθος για τη φίλη μου. Πένθος για όσα στερήθηκα επειδή δεν ήμουν σε σύνδεση με τη ζωή.
Και θέλω να μοιραστώ μαζί σου την μεγαλύτερη συνειδητοποίηση που έκανα:
Αν δεν μπορείς να αισθανθείς πραγματικά τα συναισθήματά σου – ευχάριστα ή δυσάρεστα – δεν ζεις πραγματικά. Όσο ενδιαφέρουσα και συναρπαστική ζωή κι αν έχεις.
Δεν είναι οι εμπειρίες εκείνες που της δίνουν βάθος, αλλά το πόσο βαθιά μπορείς να αισθανθείς τα συναισθήματά σου.
Ίσως αυτός να είναι ο λόγος που κάποιες/οι από εμάς επιχειρούν ακόμα και ακραία πράγματα για να νιώσουν κάτι έντονα. Από τη μέχρι τώρα εμπειρία μου, θα πω ότι δεν είναι αυτή η λύση. Το θέμα είναι να μάθουμε να νιώθουμε τα συναισθήματά μας στο εδώ και τώρα – όσο βαρετό, αδιάφορο, επίπονο ή τρομακτικό κι αν είναι αυτό.
Το να προσπαθούμε πάσει θυσία να αποφύγουμε τη στιγμή, λέει πολλά για τη σχέση με τον εαυτό μας.
Επειδή σε τελική ανάλυση, αυτό που πραγματικά αποφεύγουμε είναι ο ίδιος μας ο εαυτός.
Πίστεψέ με, όταν έρθει η ώρα να πεις «Είμαι εδώ.» και να το εννοείς πραγματικά – όσο δυσάρεστα ή ευχάριστα κι αν είναι όσα νιώθεις – τότε θα καταλάβεις τι σημαίνει να ζεις.
Και αυτό είναι το ίδιο που όλοι κυνηγάμε.